Ξεκίνησε την Πέμπτη ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Θεσσαλονίκης η δίκη του 35χρονου Αλβανού Κλοντ Λέσι, ο οποίος κατηγορείται ότι σκότωσε, πέρσι τα Θεοφάνεια, την 41χρονη εν διαστάσει σύζυγό του Λέλα Μαυρομάτη.
Στη συνέχεια πήρε τον έναν από τους δύο ανήλικους γιους τους, με τον οποίο περιπλανιόταν επί 18 ημέρες, σε μία προσπάθεια να αποφύγει τη σύλληψή του. Μετά από αστυνομική επιχείρηση πολλών ημερών εντοπίστηκε και συνελήφθη σε καλύβα στην Ορμύλια, δηλαδή λίγα χιλιόμετρα από το χωριό όπου διεπράχθη το φονικό.
Οι γονείς κι ο αδελφός της άτυχης γυναίκας βρέθηκαν ανάμεσα στους μάρτυρες που εξετάστηκαν από το δικαστήριο, όπως και μία Βρετανίδα φίλη του ζευγαριού που κατέθεσε για το παρελθόν του κατηγορούμενου. Η δίκη διεκόπη και θα συνεχιστεί στις 16 Μαρτίου.
«Το λάθος της κόρης μου ήταν ότι δεν ήθελε να μοιράζεται τα προβλήματά της. Μου είχε εκμυστηρευτεί ότι δεν μπορούσε να ζήσει άλλο μαζί του, δεν έβρισκε συνεννόηση» κατέθεσε με βουρκωμένα μάτια η μητέρα της δολοφονηθείσας γυναίκας και πρόσθεσε ότι η ίδια δεν ενέκρινε την επιλογή της κόρης της να κάνει σύζυγό της τον 35χρονο, αλλά εισέπραττε από εκείνη την απάντηση «ότι αυτό δεν είναι δουλειά μου κι ότι η απόφαση είναι δική της».
Η μάρτυρας μετέφερε στο δικαστήριο περιστατικό που έλαβε χώρα το Σεπτέμβριο του 2014, παραμονή από τα βαφτίσια των εγγονών της, κατά το οποίο ο κατηγορούμενος άρπαξε τη Λέλα και την έσυρε στο μπαλκόνι θέλοντας να την πετάξει κάτω. Σε ερώτηση γιατί μετά τη δολοφονία πήρε τον 4,5 ετών -τότε- Φοίβο κι έφυγε μαζί του, η ίδια απάντησε: «Τον βρήκε μπροστά του και τον πήρε, όπως το κατσίκι που χτυπάει τα πόδια του».
Όσα κατέθεσε ο αδελφός της Λέλας
Καταθέτοντας από το βήμα του μάρτυρα, ο αδελφός της άτυχης γυναίκας, ανέφερε ότι η αδελφή του έφερε τον κατηγορούμενο στην οικογένεια όσο αυτός ήταν εργάτης και τον παρουσίασε ως φίλο της. Όπως είπε, τον δέχθηκαν στην οικογένεια και εργάζονταν μαζί στο φυτώριο, την οικογενειακή τους επιχείρηση. Ο ίδιος περιέγραψε τον κατηγορούμενο ως οξύθυμο χαρακτήρα, ενώ του άρεσε να τον αποκαλούν στο φυτώριο «boss».
Έκανε δε αναφορά σε ένα συμβάν με εργάτη, τον οποίο ο 35χρονος επιχείρησε να χτυπήσει με κασμά και στη συνέχεια έψαχνε να τον βρει κρατώντας όπλο. Σε ερώτηση του κατηγορούμενου, γιατί ο μάρτυρας δεν κατήγγειλε το συγκεκριμένο περιστατικό, εκείνος απάντησε «διότι τότε ήσουν γαμπρός μας». Όταν ο 35χρονος επανήλθε ρωτώντας εάν τώρα δεν είναι γαμπρός, ο μάρτυρας αποκρίθηκε: «Τώρα είσαι ο φονιάς της αδελφής μου».
Σύμφωνα με τον αδελφό, μετά την πολυήμερη περιπέτεια, ο μικρός Φοίβος ήταν στα όρια νεφρικής ανεπάρκειας και αφυδάτωσης, ενώ παρέμεινε στο νοσοκομείο επί τέσσερις ημέρες με ορό. «Ο Φοίβος είπε στη γιαγιά του ότι νόμιζε πως με τον πατέρα του έπαιζαν κρυφτό με την Αστυνομία» είπε σε σχετική ερώτηση.
Περιγράφοντας τη στιγμή που αντίκρισε τη νεκρή κόρη του, ο πατέρας της Λέλας κατέθεσε τα εξής: «Το έμαθα όταν ήμουν στο καφενείο. Όταν πήγα σπίτι, βρήκα τη γυναίκα μου αγκαλιά με την κόρη μου μέσα σε λίμνη αίματος».
Στο βήμα του μάρτυρα ανέβηκε και μία Βρετανίδα που φιλοξένησε τον κατηγορούμενο, όταν εκείνος, σε νεαρή ηλικία, ζούσε στη Μεγάλη Βρετανία. «Ήταν φίλος του γιου μου από το 2001. Ήρθε κι έζησε μαζί μας 18 μήνες. Μας συστήθηκε ως Άλμπερ Κόσοβο και μας είπε ότι οι γονείς του είχαν δολοφονηθεί. Με έβλεπε σαν μάνα του. Δικαστήριο της πατρίδας μου αποφάσισε ότι δεν μπορούσε να παραμείνει άλλο στη Βρετανία κι επέστρεψε στο Κόσοβο» είπε η μάρτυρας.
Όπως πρόσθεσε, διατήρησε σχέση με τον κατηγορούμενο και τον συναντούσε κάθε χρόνο στην Ελλάδα με τη σύζυγό του. «Μου είπε να μην αποκαλύψω τίποτα για το παρελθόν του στη Βρετανία. Υποτίθεται ότι ήμουν η νονά του. Μου ήταν δύσκολο να λέω ψέματα στη Λέλα και το 2014 της αποκάλυψα τι πραγματικά είχε συμβεί. Μία χρονιά νωρίτερα ήρθε η μητέρα του στη Χαλκιδική και έκπληκτη ρώτησα τίνος μάνα είναι αυτή».
Η ίδια ανέφερε ότι η δολοφονηθείσα γυναίκα τής εμπιστεύτηκε ότι είχαν καβγάδες. «Μου είπε ότι αποπειράθηκε να τη στραγγαλίσει στην προσπάθειά του να πάρει τα δύο τους παιδιά», είπε, ενώ χαρακτήρισε τον κατηγορούμενο ως «άνθρωπο που ήθελε να έχει τον έλεγχο της κατάστασης κι όταν δεν γινόταν αυτό θύμωνε».
Η αποδεικτική διαδικασία διεκόπη και θα συνεχιστεί στις 16 Μαρτίου με την εξέταση των υπολοίπων μαρτύρων, ενώ στη συνέχεια θα ακολουθήσει η απολογία του κατηγορούμενου.